Κείμενα Επικούρειας Φιλοσοφίας

*Η παρακάτω δημοσίευση, έχει αναρτηθεί με την άδεια του συγγραφέα
Δημοσιευμένο στο βιβλίο 4ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Επικούρειας Φιλοσοφίας - Πρακτικά, εκδόσεις Κήπος, 2014


Ο Επίκουρος κατά τον Μεσαίωνα

Λεωνίδας Αλεξανδρίδης


Η Επικούρεια φιλοσοφία, όπως γράφει ο Γάλλος φιλόσοφος του 19ου αιώνα Ζαν-Μαρί Γκυγιώ (Jean-Marie Guyau) στο έργο του “Η ηθική του Επίκουρου”, ήταν το τελευταίο από τα φιλοσοφικά συστήματα που επέζησαν ακόμα για κάποιο χρονικό διάστημα μετά από την επικράτηση του χριστιανισμού. Παρέτεινε την ύπαρξή της έως τετρακόσια χρόνια μετά τον Χριστό. Την εποχή εκείνη φαίνεται να εξαφανίζεται τελείως. Έτσι, το βασικό έργο του Επίκουρου καταστράφηκε, γράφει ο Γάλλος ιστορικός Ζαν-Φρανσουά Καν (Jean–François Kahn), και χρησιμοποίησαν σπάνια μανία για να υλοποιήσουν το κάψιμο στην πυρά. Μια χιλιετία μετά από αυτη την καταστροφή, έγινε δυνατό να ανασυγκροτηθεί η σκέψη του φιλοσόφου μέσα από το καταπληκτικό ποίημα του Λουκρήτιου “Για τη φύση των πραγμάτων”, που χρονολογείται τον 1ο π.χ. αιώνα, και την σύνθεση που έκανε ο Διογένης Λαέρτιος για τις μεγάλες ιδεολογίες και θεωρίες της αρχαιότητας τον 3ο μ.χ. αιώνα.

Παρανόηση και εξαφάνιση του Επίκουρου κατά τον Μεσαίωνα

Για περισσότερο από χίλια διακόσια χρόνια, οι ύποπτοι για «Επικουρισμό» δοκίμαζαν την πυρά, καθώς η Επικούρεια φιλοσοφία δεν θύμιζε πλέον παρά την τέχνη μιας ακραίας ηδονιστικής και απολαυστικής ζωής. Επικούρειος, άρα ηδονιστής. Λάτρης του οίνου, της καλοπέρασης, της καλοφαγίας και των απολαύσεων. Αυτή είναι η συνηθισμένη έννοια του όρου τουλάχιστον για τους περισσότερους, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα.
Η ευτυχία των Επικούρειων, όπως την παρουσίαζαν στην Δύση ανά τους αιώνες, είναι η ευτυχία της κοιλιάς, σε όλες της τις καταστάσεις και τις υπερβολές. Ολοκληρωτική παρανόηση. Επειδή η ευτυχία, σύμφωνα με την φιλοσοφία του Επίκουρου, βρίσκεται στον αντίποδα της αχαλίνωτης απόλαυσης. Καμία σχέση με όργια, φαγοπότια, μεθοκόπια ή τεχνητούς παράδεισους. Αντίθετα, αυτή η φρόνιμη ευτυχία έχει εντυπωσιακή λιτότητα.

Η καθιερωμένη ιστοριογραφία για τον Επίκουρο

Η αντίληψη που έχουμε για τον Επίκουρο κατά τον Μεσαίωνα, όπως την παρουσιάζουν οι ιστορίες της φιλοσοφίας, παλαιότερες και σύγχρονες, είναι ότι ο Επίκουρος και οι Επικούρειοι ήταν στην κυριολεξία απόντες από την φιλοσοφική σκηνή, περιορισμένοι σε μύθους χωρίς πηγές, συμπεριλαμβανόμενοι στους αιρετικούς ή στους οπαδούς κάθε ριζοσπαστικής φιλοσοφίας και αποστασίας, είτε υλιστικής ή απλά άπιστης.
Δεν συγκρατεί, λοιπόν, κανείς γενικά από τον Μεσαίωνα παρά μόνο την θέση που προορίζει ο Δάντης (Dante) για τον Επίκουρο και τους μαθητές του στον έκτο κύκλο της Κολάσεως, μαζί με όλους τους αιρετικούς στην “Θεία Κωμωδία” του. Τα πρώτα επικούρεια ξεπετάγματα θα ήταν το γεγονός του Φραντσέσκο Τζαμπαρέλλα (Francesco Zabarella), του πρώτου που αποκατέστησε τον Επίκουρο στο έργο του “Περί Ευτυχίας” (“De felicitate”), και ακολούθησε από κοντά το έργο “Υπεράσπιση του Επίκουρου” (“Defensio Epicuri”) του Κόσμα Ραϊμόντι (Cosma Raimondi) και το έργο “Περί Ηδονής” (“De Voluptate”) του Λορέντσο Βάλλα (Lorenzo Valla) τις πρώτες δεκαετίες του 15ου αιώνα.
Η ιστοριογραφία παλαιότερη αλλά και σύγχρονη κάνει αναφορά στις μαρτυρίες του Κικέρωνα, του Σενέκα, του Πλούταρχου ή του Γαληνού και σταματά συνήθως στον Διογένη Οινοανδέα (3ος αιώνας), ενώ περνά κατευθείαν στον Πιερ Γκασσαντί (Pierre Gassendi, 17ος αιώνας) χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στον Μεσαίωνα. Η έλλειψη αυτή οφείλεται στο κενό ιστοριογραφίας τόσο παλαιότερης όσο και πρόσφατης σε ότι αφορά την περίοδο του Μεσαίωνα, καθώς αυτή είναι βαθιά επηρεασμένη από το φιλοσοφικό έργο του Γκασσαντί.
Πράγματι, ο Γκασσαντί στα μέσα του 17ου αιώνα παρουσιάζει την αποκατάσταση του Επίκουρου σαν να ήταν ο πρώτος που ορθώθηκε ενάντια στην λαϊκή γνώμη και στην γνώμη των σοφών, που θεμελιώθηκε στις συκοφαντίες των Στωικών και των Πατέρων της Εκκλησίας. Δεν βρίσκει κανείς ούτε μια λέξη για τον Μεσαίωνα στο έργο του. Θέλοντας να ξεριζώσει ένα θρύλο, ο Γάλλος αναβιωτής της Επικούρειας φιλοσοφίας έδινε άθελά του το υλικό για να δημιουργήσουν από αυτό ένα νέο θρύλο.

Η πρόσφατη έρευνα για τον Επίκουρο κατά τον Μεσαίωνα

Πρόσφατες μελέτες (Aurélien 2013) φαίνεται ότι ανατρέπουν την επικρατούσα αντίληψη για τον Επίκουρο κατά τον Μεσαίωνα, αφού παρουσιάζουν μια σειρά έργων διαφόρων συγγραφέων του 12ου αιώνα, αλλά και του 13ου και 14ου αιώνα, που αναφέρονται στον Επίκουρο και στην φιλοσοφία του. Είναι σημαντικό κατ’ αρχήν να προσδιορίσουμε τις διαθέσιμες πηγές που χρησιμοποίησαν οι συγγραφείς αυτοί, επειδή :
α) Η εκ νέου ανακάλυψη του έργου “Για την φύση των πραγμάτων του Λουκρήτιου” από τον Poggio Bracciolini έγινε τo 1417 και τυπώθηκε πολύ αργότερα.
β) το 10ο βιβλίο του έργου “Βίοι και θεωρίες σημαντικών φιλοσόφων” του Διογένη Λαέρτιου δεν μεταφράστηκε στα λατινικά παρά μόνο το 1433 από τον Αμπρότζιο Τραβερσάρι (Ambrogio Traversari). Για την μετάφραση αυτή εργάστηκε από το 1424 μέχρι το 1433. Το έργο κυκλοφόρησε ευρύτατα σε χειρόγραφο και εκδόθηκε εκτυπωμένο στην Ρώμη το 1472 (το ελληνικό κείμενο τυπώθηκε μόλις το 1533). Χειρόγραφο αυτής της μετάφρασης υπάρχει σήμερα στην Βιβλιοθήκη Bodleian της Οξφόρδης.
Έτσι, οι συγγραφείς του Μεσαίωνα, προσπαθώντας να υπογραμμίσουν τα σημαντικά στοιχεία της σκέψης του Επίκουρου, μη διαθέτοντας άλλες πηγές παραθέτουν αποσπάσματα βγαλμένα από τα έργα του Κικέρωνα, του Σενέκα και των Πατέρων της Εκκλησίας. Το σύνολο σχεδόν των φιλοσόφων και θεολόγων του Μεσαίωνα επέκριναν ανοικτά τον Επίκουρο και τους μαθητές του και κανένας δεν είχε τολμήσει να επικαλεστεί ολόκληρη την φιλοσοφία του Κήπου εκείνη την εποχή.
Παρόλα αυτά, αρκετές μαρτυρίες κάνουν να εμφανισθεί μια άποψη όχι κατηγορηματική. Από την άποψη αυτή, αρκετά κείμενα του 12ου, 13ου και 14ου αιώνα επαληθεύουν μια υπόθεση που έχει διατυπωθεί ότι ο Μεσαίωνας γνώρισε δύο Επίκουρους, έναν ιστορικό, τον άλλο λαϊκό.

Κείμενο του 12ου αιώνα για τον Επίκουρο

Η υπόθεση ότι ο Μεσαίωνας γνώρισε έναν ιστορικό και έναν λαϊκό Επίκουρο είναι ιδιαίτερα εμφανής στο έργο “Policraticus” (Πολικρατικός) του Ζαν ντε Σαλίσμπουρυ (Jean de Salisbury) από τον 12ο αιώνα. Ο ντε Σαλίσμπουρυ (1115-1180) υπήρξε φιλόσοφος, ιστορικός, πολιτικός, επίσκοπος, φίλος και γραμματέας του αρχιεπισκόπου Τόμας Μπέκετ (Thomas Becket), που δολοφονήθηκε από αυλικούς του βασιλέα της Αγγλίας και ανακηρύχθηκε άγιος από τον Πάπα.
Στο βιβλίο VIII, ο αυλικός της εποχής εμφανίζεται κατ’ επανάληψη ως χαρακτηριστικό παράδειγμα Επικούρειου, δηλαδή αυτού που απεικονίζει με την συμπεριφορά του κάποιες από τις μορφές της Επικούρειας φιλοσοφίας που έχουν παρανοηθεί, κυρίως τον εγωισμό, την επιδίωξη τιμών, πλούτου και γενικώς αγαθών που οδηγούν τελικά στην άρνηση της πίστης. Εντούτοις, ο ίδιος ο Επίκουρος δεν είναι ποτέ ο στόχος των επιθέσεων του ντε Σαλίσμπουρυ. Βέβαια, ξαναβρίσκουμε στα γραπτά του κάποιες από τις παραδοσιακές επιθέσεις ενάντια στον Επίκουρο, κυρίως στην άρνηση της Θείας Πρόνοιας, στην ιδέα ενός κόσμου που διέπεται από το τυχαίο και την τυχαία ένωση των ατόμων.
Μια χριστιανική νέα ανάγνωση της φιλοσοφίας του Επίκουρου είναι δυνατή κατά τον ντε Σαλίσμπουρυ, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα κάνει κανείς την ίδια γκάφα με τους Επικούρειους. Η αληθινή ευχαρίστηση πρέπει λοιπόν να θεωρείται ως ευχαρίστηση του πνεύματος και όχι του σώματος, η πιο προχωρημένη μορφή της οποίας συνίσταται στην ενατένιση του Θεού. Για να επιτύχει κανείς την ευτυχία, πρέπει, σύμφωνα με τον ντε Σαλίσμπουρυ, να υποτάξει την σάρκα στο πνεύμα, υποταγή που δεν είναι δυνατή παρά μόνο με την ελπίδα μιας μέλλουσας ζωής. Μόνο αυτός ο νέος ορισμός θα έδινε νόημα στην επικούρεια προσταγή να μην φοβάται κανείς τον θάνατο. Ο ντε Σαλίσμπουρυ θεωρεί λοιπόν την ηθική φιλοσοφία του Επίκουρου ως μια ανοικτή φιλοσοφία που μπορεί να επιδέχεται πολυάριθμες ερμηνείες, κυρίως χριστιανικές.
Σ’ αυτή την πλαστικότητα των επικούρειων θέσεων βρίσκεται η αιτία της διαστρέβλωσης των θέσεων του Κήπου από αυτούς που τους ονομάζουν «Επικούρειους». Με αυτό τον τρόπο ο Ζαν ντε Σαλίσμπουρυ ερμηνεύει τον μηχανισμό που οδηγεί στο να μεταμορφώνει κανείς μια φιλοσοφική θεωρία και να προτείνει από αυτήν μια μυθική έκδοση. Από έναν σωστό ορισμό, αλλά υπερβολικά γενικό, μπορεί κανείς να εξάγει από την επικούρεια σκέψη το απόφθεγμα για μια ζωή ακολασίας. Γράφει χαρακτηριστικά:
“Δεν οργανώνω σκευωρία ενάντια στην γνώμη που προσδιορίζει την ευτυχία ως μια κατάσταση πάντοτε ευχάριστη και γαλήνια μιας ήρεμης ζωής, αλλά εκτιμώ ότι δυσφημίστηκε από κακή ερμηνεία και ακόλαστη εφαρμογή, σε τέτοιο βαθμό που στην πραγματικότητα, παρότι υπήρχαν πολλοί Επικούρειοι, με άλλα λόγια επιπόλαιοι μαθητές της ηδονής, λίγοι καυχιόνται γι αυτό το όνομα. Επειδή κοκκινίζουν από ντροπή να αποκαλούνται αυτό που είναι και να προσπαθούν να κρύψουν την δική τους αισχρότητα κάτω από το όνομα κάποιου άλλου, μην επιθυμώντας τόσο να είναι καλοί όσο να φαίνονται καλοί”.
Το κοσμητικό «Επικούρειος» κατείχε λοιπόν ήδη τον 12ο αιώνα την λαϊκή έννοια που γνωρίζουμε, γι' αυτό και μπορούσε ήδη να χρησιμεύσει σαν ο πιο σύντομος δρόμος για να υποδηλώσει τους πιο ακόλαστους της μεσαιωνικής κοινωνίας. Για να απεικονίσει αυτό το χάσμα ανάμεσα στην ιστορική μορφή του Επίκουρου και αυτών τους οποίους χυδαία ονομάζουν Επικούρειους, ο ντε Σαλίσμπουρυ υπενθυμίζει κάποια από τα λόγια του Σενέκα, του Κικέρωνα ή του Ιερώνυμου πάνω στα σοφά λόγια του Επίκουρου. Όχι μόνο, ο επικούρειος ορισμός του υπέρτατου αγαθού φαίνεται αποδεκτός στον χριστιανό συγγραφέα υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα τον μεταμορφώσουν σε μια ξέφρενη αναζήτηση σωματικών ηδονών, αλλά τα ήθη του Επίκουρου μαρτυρούν ότι άσκησε μια σοφία άλλη από αυτήν που του αποδίδει το πλήθος. Η σοφία του Επίκουρου και η ηθική του κατά τον ντε Σαλίσμπουρυ θα ήσαν λοιπόν συμβατές με την χριστιανική φιλοσοφία, “παρά τα λάθη του που αφορούν την αδιαφορία των Θεών και την θνητότητα της ψυχής”.

Κείμενα του 13ου και του 14ου αιώνα για τον Επίκουρο

Θα παραθέσουμε στην συνέχεια έργα που αφορούν την φιλοσοφία του Επίκουρου, γραμμένα τον 13ο και τον 14ο αιώνα.
Ο Ελινάντ ντε Φρουαμόντ (Hélinand de Froidmont, 1160- πιθανόν 1237), μοναχός του Αββαΐου του Φρουαμόντ, μεσαιωνικός ποιητής, χρονικογράφος και εκκλησιαστικός συγγραφέας, θεωρείται ότι είναι ο πρώτος που συγκέντρωσε το αναγκαίο υλικό για την συγγραφή μιας βιογραφίας του Επίκουρου στο βιβλίο “Χρονικόν 18: Περί της ηθικής και του φιλοσοφικού βίου” (“Chronicon 18: De moribus et vita philosophorum”) περί το 1223. Επιπλέον, ο Επίκουρος αναφερόταν και σε άλλα έργα σχετικά με βίους φιλοσόφων, όπως το “Compendiloquium de vitis illustrium philosophorum” (μετά το 1250) του Ζαν ντε Γκαλ (Jean de Galles, πέθανε το 1295), ενός Ουαλού φραγκισκανού φιλοσόφου και θεολόγου, και το “De viris illustribus” (1300-1340) του Τζοβάννι Κολόννα (Giovanni Colonna, 1295-1348), ενός Ρωμαιοκαθολικού Καρδιναλίου που ανήκε στην περίφημη οικογένεια των Colonna με σημαντική παρουσία στην ιστορία της Ιταλίας.
Άλλα κείμενα με βίους φιλοσόφων στα οποία αναφέρεται ο Επίκουρος περιλαμβάνουν:
1. Vincent de Beauvais (1190-1264, Δομινικανός μοναχός) “Speculum historicale” (1256- 59).
2. Ανωνύμου “Fiori e vita di filosofi e d’altri savi e d’imperadori” (1265- 1300).
3. Burley Walter (1275-1344, από τους πλέον σημαντικούς φιλοσόφους του 14ου αιώνα τόσο στην Αγγλία όσο και στην Γαλλία) “De vita et moribus philosophorum”.
4. Pseudo-Walter Burley “Liber de vita et moribus philosophorum” (αρχές του 14ου αιώνα). Έργο γραμμένο από ανώνυμο ιταλό που αποδιδόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα στον Walter Burley.
5. Benzo d’ Alessandria (από τους πρώτους ουμανιστές) “De moribus et vita philosophorum” (1320). Όλα τα παραπάνω δεν είναι παρά προσαρμογές αυτών που βρίσκουμε στα κείμενα του ντε Φρουαμόντ. Βρίσκουμε πάντοτε σ’ αυτά τα ίδια μέρη, μερικές φορές οργανωμένα με διαφορετική σειρά. Τα μέρη αυτά είναι μια σύντομη βιογραφική σημείωση, ένα απάνθισμα παραθέσεων βγαλμένων από τα έργα του Κικέρωνα, του Σενέκα, του Τερτυλλιανού, του Λακτάντιου, του Αμβρόσιου, του Ιερώνυμου, του Αυγουστίνου και του Βοήθιου, ο σκοπός των οποίων είναι να υπογραμμίσουν τα σημαντικά στοιχεία της σκέψης του Επίκουρου.
Μόνο η έκδοση του Ανωνύμου στην λαϊκή ιταλική γλώσσα του τέλους του 13ου αιώνα απαλείφει κάθε κριτική για τον Επίκουρο. Τα υπόλοιπα κείμενα μοιράζονται την άποψη του ντε Φρουαμόντ και αναφέρουν τρία λάθη που έκανε ο Επίκουρος σύμφωνα με την χριστιανική οπτική: 1) ο Επίκουρος αρνείται την Θεία Πρόνοια, 2) είπε ότι η ηδονή είναι το υπέρτατο αγαθό, 3) βεβαίωσε ότι η ψυχή είναι θνητή. Ο Κολόννα προσθέτει και ένα τέταρτο λάθος, την αιωνιότητα του κόσμου. Ανάλογα με την σειρά έκθεσης που διαλέγουν και ανάλογα εάν τονίζεται η σοφία ή τα λάθη, καταλήγουν σε ένα πορτραίτο του Επίκουρου διαφορετικό ανάλογα με την έκδοση.

Ο Ελινάντ ντε Φρουαμόντ για τον Επίκουρο

Τα κείμενα του Ελινάντ ντε Φρουαμόντ (όπως και όλα αυτά που εμπνέονται από αυτόν) είναι σχεδόν εξολοκλήρου αφιερωμένο στην ηθική διδασκαλεία του Επίκουρου. Αυτά τα κείμενα λένε, επικαλούμενα τον Άγιο Ιερώνυμο και τον Βοήθιο, ότι ο Επίκουρος είπε πολύ ωραία πράγματα, αν και δεν είχε σπουδάσει φιλολογία ή την τέχνη της φιλονικίας. Τα επιχειρήματά του Επίκουρου για την ηδονή, την εγκράτεια και την ελευθερία επαινούνται ρητά.
Επιπλέον, αναφέρεται μια επιλογή από είκοσι έξι επικούρεια αποφθέγματα βγαλμένα από το “Epistulae ad Lucilium” και το “Beneficiis” του Σενέκα. Ο σκοπός μιας τέτοιας συλλογής από τα πιο ωραία αυτά αποφθέγματα είναι να κάνει να βγει, παρά τα λάθη του, η σοφία του παγανιστή φιλοσόφου και η συμβατότητά της με αυτή του χριστιανού φιλοσόφου της εποχής. Τίποτα δεν δείχνει καθαρά ότι αυτά τα αποφθέγματα είναι τυπικά επικούρεια, εάν εξαιρεθεί ίσως αυτό που επιμένει για μια ζωή στο παρόν. Θα μπορούσαν εξίσου καλά να είναι στωικά, περισσότερο επειδή δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να εξυμνούν την εγκράτεια, κυρίως στην αναζήτηση των υλικών αγαθών, την εγκράτεια στα πάθη και συνολικά σε κάθε τι που μπορεί να οδηγήσει στην αρετή.
Το κείμενο του ντε Φρουαμόντ τελειώνει, παρά τον επαινετικό τόνο του συνόλου, με μια επικριτική σημείωση αφιερωμένη στα φιλοσοφικά και θεολογικά λάθη του Επίκουρου: “Περισσότερο από όλους τους άλλους φιλοσόφους, ο Επίκουρος έκανε λάθος σε πολλά θέματα. Πράγματι υποστήριζε ότι ο Θεός δεν ασχολείται με τα ανθρώπινα, ότι είναι αδιάφορος και μένει αδρανής. Βεβαίωσε επίσης ότι η ηδονή είναι το υπέρτατο αγαθό και ότι οι ψυχές χάνονται με το σώμα”.
Το κείμενο του ντε Φρουαμόντ, κατά συνέπεια, αφήνει στον αναγνώστη την εντύπωση ότι ο ιδρυτής του Κήπου ήταν χωρίς αμφιβολία μεγάλος σοφός, ο οποίος σίγουρα έκανε κάποια επιλήψιμα φιλοσοφικά λάθη, αλλά που είναι εύκολο να διορθωθούν χωρίς να αγγίξουν τις ίδιες τις βασικές αρχές της σοφίας του. Αφαιρώντας αυτά τα λάθη της, η επικούρεια σκέψη δεν γίνεται μόνο συμβατή με την χριστιανική σοφία, αλλά επίσης και με κάποιο ιδεώδες μοναστικής ζωής, το οποίο έχει στωική προέλευση.

Ο Ζαν ντε Γκαλ για τον Επίκουρο

Ο Ζαν ντε Γκαλ (Jean de Galles) ήταν ο έκτος λέκτορας στο φραγκισκανό μεσαιωνικό Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης λίγο μετά το 1256 και μέχρι το 1262. Στην συνέχεια έφυγε για το Παρίσι και έγινε καθηγητής θεολογίας το 1281-1283. Το έργο του “Compendiloquium de vitis illustrium philosophorum et de Dictis moralibus eorundem”, που περιλαμβάνει την ζωή του Επίκουρου, γράφτηκε πιθανόν στο Παρίσι την δεκαετία του 1270. Το κεφάλαιο “De Epycuro et variis eius dictis atque sententiis” τοποθετείται κατευθείαν στην ηθική ανάλυση και μάλιστα δεν φροντίζει να υπενθυμίσει τα θεολογικά λάθη του Επίκουρου. Εξάλλου, ο Ζαν ντε Γκαλ δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται τόσο για τον ίδιο τον Επίκουρο όσο για τους Επικούρειους, στους οποίους αποδίδει δύο θεμελιώδεις θέσεις που αφορούν στο θέμα του υπέρτατου αγαθού. Αρχίζει με το να υπενθυμίσει ότι για τον Επίκουρο το μέγιστο αγαθό βρίσκεται στην ηδονή (voluptas), αλλά προσθέτει ότι θα υπήρχαν δύο τύποι αγαθού για να φτάσει κανείς στην ηδονή: η απουσία πόνου για το σώμα και η απουσία ταραχής για την ψυχή. Το ερώτημα που θέτει ο ντε Γκαλ είναι να μάθει μήπως ο Επίκουρος και οι Επικούρειοι έχουν ευνοήσει τις ηδονές του σώματος σε βάρος της ηρεμίας της ψυχής. Σε αυτή την περίπτωση δεν θα ήταν πλέον δυνατή η ερμηνεία που προτείνεται από τον ντε Σαλίσμπουρυ, ότι η αληθινή επικούρεια ευχαρίστηση πρέπει λοιπόν να θεωρείται ως ευχαρίστηση του πνεύματος και όχι του σώματος.
Η στρατηγική του ντε Γκαλ συνίσταται στο να δείξει το διφορούμενο του Επίκουρου μέσα από ένα παιχνίδι παραθεμάτων που τείνει να δείξει ότι ο φιλόσοφος ευνοούσε άλλοτε τις σωματικές ηδονές και άλλοτε την εγκράτεια και τα αγαθά του πνεύματος. Η επιλογή κατά κάποιο τρόπο θα αφηνόταν στον Επικούρειο να διαλέξει το υπέρτατο αγαθό του.
Ο ντε Γκαλ είναι κατά συνέπεια λιγότερο κριτικός απέναντι στην επικούρεια ηθική, αλλά δεν επιμένει τελικά πραγματικά στην κατεύθυνση του ντε Σαλίσμπουρυ ή σε αυτήν των πιο πικρόχολων κριτικών για τον Επίκουρο. Αρκείται να φανερώσει κάποια κενά κατά την γνώμη του στην θεωρία του Επίκουρου, αφήνοντας έτσι ανοικτό τον απαιτούμενο χώρο για την συγκρότηση της μορφής του Επικούρειου όπως την ξέρουμε ακόμα και σήμερα. Κατά τον ντε Γκαλ Επίκουρος δεν είναι ίσως πάντοτε λογικός και οι μαθητές του έχουν επιλέξει για να ακολουθήσουν τον πιο εύκολο δρόμο, δηλαδή τον δρόμο της σωματικής ηδονής.

Ο Τζιοβάννι Κολόννα για τον Επίκουρο

Ο Τζιοβάννι Κολόννα (Giovanni Colonna) δεν υπογραμμίζει μόνο την δυνατότητα διπλής ανάγνωσης της ηδονής στο Επίκουρο, αλλά επιμένει στην πολύ μεγαλύτερη ελαστικότητα της ηθικής του, κάτι που θα τον έφερνε κοντά στους σοφιστές. Αντίθετα με τον Ζαν ντε Σαλίσμπουρυ, ο δομινικανός εννοεί να αποδείξει ότι οι λαϊκοί Επικούρειοι μπορούν κάλλιστα να διεκδικήσουν την κληρονομιά του Επίκουρου, καθώς η διδασκαλία του δικαιολογεί όλα τα δυνατά είδη ζωής, ακόμα και αυτά που φαίνονται αντιφατικά μεταξύ τους. Επιπλέον φαίνεται να εγκωμιάζει την επιστροφή σε μια στωική θεώρηση των αρετών ενάντια στον ηδονισμό.
Παρότι ο τόνος του είναι πολύ περισσότερο κριτικός από τους προηγούμενους, ο Τζιοβάννι Κολόννα καταλήγει να αναφέρει κάποια από τα πιο όμορφα λόγια του Επίκουρου, όπως τα αναφέρουν ο Ιερώνυμος και ο Σενέκας. Ξαναβρίσκουμε λοιπόν τα ίδια στοιχεία, όπως και στις άλλες βιογραφίες. Ο Κολόννα υποστηρίζει ότι ο Επίκουρος έχει επαινέσει την αξία της λιτότητας, όπως αναφέρει ο Ιερώνυμος, και έγραψε ωραία πράγματα, αν και δεν είχε φιλολογική συγκρότηση, όπως λέει ο Σενέκας.

Συμπεράσματα

Είναι εμφανές ότι από τον 12ο μέχρι τον 14ο αιώνα δεν είναι σπάνιο να βρει κανείς ένα μάλλον θετικό πορτραίτο του Επίκουρου, τουλάχιστον σε ότι αφορά τα ήθη του και την διδασκαλία του, που αφορά την πρακτική σοφία. Δεν βρίσκει κανείς ούτε ίχνος ύβρεως ή αισχρότητας. Κατά γενικό τρόπο, η μεσαιωνική κριτική διακρίνει δύο κατηγορίες Επικούρειων: αυτούς που ακολουθούν την διδασκαλία του Δασκάλου και πέφτουν στα ίδια λάθη, δηλαδή τους αιρετικούς, και αυτούς που έχουν παρανοήσει αυτή την διδασκαλία και έχουν παραγάγει από αυτήν δικαιολογίες για τις καταχρήσεις τους, δηλαδή τους οπαδούς του λαϊκού ηδονισμού. Εκτός από τον Κολόννα, που αρνείται να κάνει μια τέτοια διάκριση, φαίνεται ότι οι περισσότεροι από τους συγγραφείς των κειμένων που αναφέραμε πιο πάνω βεβαιώνουν διάσταση ανάμεσα στην φιλοσοφία και την λαϊκή εικόνα την οποία αποδίδουν στους μαθητές του.
Κατά συνέπεια, το έργο του ντε Σαλίσμπουρυ, όπως και των χρονικογράφων και βιογράφων, δεν μπορεί να θεωρείται ενιαία αντίληψη. Η εργασία της συρραφής για την ζωή και τα ήθη του Επίκουρου έδωσε διαφορετικά αποτελέσματα ανάλογα με το πορτρέτο που ήθελαν να προβάλουν γι ‘ αυτόν. Αλλά, σπάνια η εικόνα του Επίκουρου είναι τόσο σκοτεινή όσο θα ήθελαν να μάς κάνουν να πιστέψουμε.
Από αυτή την άποψη διαπιστώνουμε ότι το μεσαιωνικό πορτραίτο του Επίκουρου δεν είναι πιο σκοτεινό από αυτό του Γκασσαντί και είναι πολύ λιγότερο από αυτό του Διογένη Λαέρτιου. Κυρίως είναι η διαθεσιμότητα και η χρήση των αρχαίων πηγών που φαίνεται να διακρίνουν την εποχή του Μεσαίωνα. Oι συγγραφείς του Μεσαίωνα που έκαναν συρραφή πληροφοριών, και καθώς δεν είχαν πρόσβαση στα κείμενα του Διογένη Λαέρτιου, κατόρθωσαν να βρουν σε κάποιους Στωικούς και κάποιους Πατέρες της Εκκλησίας αρκετό υλικό για να παρουσιάσουν στους συγχρόνους τους τον Επίκουρο και τη φιλοσοφία του Κήπου στον βαθμό που την αντιλαμβάνονταν.
Αν και η συντριπτική πλειοψηφία των φιλοσόφων και θεολόγων του Μεσαίωνα έκανε κριτική στον Επίκουρο για τα λάθη του σύμφωνα με την χριστιανική οπτική, δεν συμφωνούν όλοι για την σύνδεση ανάμεσα σε αυτά τα λάθη και σε εκείνα, άλλου είδους, τα οποία αποδίδουν στους Επικούρειους. Καταλήγοντας, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να διαφεύγει της προσοχής μας ότι, παρά την τρομοκρατία της πυράς και του αφορισμού που έπληξε τους περιστασιακούς συνεχιστές της Επικούρειας φιλοσοφίας, παρά την διαστρέβλωση βασικών αρχών της και παρά την προσπάθεια εκχριστιανισμού της, όπως γράφει ο Ζαν-Φρανσουά Καν (Jean–François Kahn), η κριτική σκέψη του Επίκουρου δεν σταμάτησε, με τρόπο υποβόσκοντα, να ανατρέπει εκ των έσω τον ιδεολογικό ολοκληρωτισμό –αυτή την εμφανιζόμενη ως μοναδική αληθινή σκέψη- που μέχρι τον 18ο αιώνα τουλάχιστον στην Δύση θα επιβάλει ή θα προσπαθήσει να επιβάλει στην φιλοσοφία τον σκληρό της νόμο.

Βιβλιογραφία

1. Jean-Marie Guyau. “La morale d’Epicure et ses rapports avec les doctrines contemporaines”, 7 Edition, Librairie Felix Alcan, Paris, 1927.
2. Jean-Marie Guyau. “Η Ηθική του Επίκουρου και η σχέση της με τις σύγχονες θεωρίες” (Μετάφραση Λ.Α. Αλεξανδρίδης). Αθήνα 2012, http://www.epicuros.gr/books/JMGuyau_Epicuro.pdf
3. Robert Aurélien. “Epicure et les épicuriens au Moyen Âge”, Micrologus, XXI, σ. 3-46, 2013.
4. Jean–François Kahn. “Le penseur à abattre qui n’a cessé de ressusciter”,Le Point 26 -7- 2012.
5. Roger-Pol Droit “Le Bonheur calme d’ Epicure”, Le Point 26 -7- 2012.

.........................